Σάββατο, Νοεμβρίου 11, 2006

«Σε είχα δει σε μια ζωγραφιά ξαφνικά έγινες νότες.

Σε είχα αφήσει κρυμμένο μέσα στο μυαλό μου, ξαφνικά έγινες λέξεις.

Ήσουν ξεχασμένη στο σκοτάδι και είπα να σε κάνω όνειρα.

Αυτά πέρασαν πια, τώρα σε ψάχνω κάθε μέρα που περνά για να σε κάνω στιγμή από το παρελθόν.»


Καλημέρα,

Ανασαίνεις μέσα σε ένα ψέμα. Ναι είναι αλήθεια. Μπορεί να σου μοιάζει αληθινό ότι έκανες τόσο καιρό όμως λάθος κατάλαβες. Αδημονώ να σε πείσω γι’ αυτό κι είπα να σου γράψω. Έχει περάσει σχεδόν ένας χρόνος ή μήπως δύο; Μήπως πάντα ήταν έτσι; ‘ Και τι με αυτό; ’ θα μου πεις. Δίκιο θα χεις. Θα μείνω πάλι με ένα χαμόγελο στο στόμα, ειρωνικό, που θα ναι μέσα στα δάκρυα. Όπως και να ‘χει . Για μια στιγμή μου φάνηκε ότι έγινες πέτρα και εγώ έψαχνα να βρω τα μάτια σου. Να σε κοιτάξω. Να σου μιλήσω. Η καρδιά μου καιγόταν. Είχα ακούσει μια ιστορία που θέλω να στην πω.

Ήταν μια πέτρα κάποτε, που θέλησε να αποκτήσει ψυχή. Θέλησε να νιώθει κάθε χτύπημα. Κάθε στιγμή που θα την χτυπά ο άνεμος και θα την βρέχει η βροχή. Να νιώσει κάθε ακτίνα του ήλιου. Να ζήσει στην θάλασσα και να κάνει παρέα με τα ψάρια. Να ζήσει με τους ανθρώπους και να αποκτήσει θύμησες. Πότε της όμως δεν κατάλαβε πως τόσο καιρό είχε ψυχή και λαχταρούσε. Λαχταρούσε να ζήσει την ψυχή της.
Έμενε εκεί, ακούνητη. Δεν κατάφερνε να νιώσει ότι ποθούσε. Δεν έκανε βήμα, όλα αυτά μόνο τ’ ονειρευόταν και έκανε υπομονή. Το μόνο που ήθελε πια ήταν να μη περάσει άλλη στιγμή της ζωής της σαν πέτρα. Τότε ήταν που θέλησε να φύγει, να κουνηθεί. Θέλησε να αλλάξει και να πορευτεί σαν κάτι άλλο. Πίστευε πως μόνο έτσι θα ζούσε την ζωή της, τα όνειρα της. Μόνο που τώρα το μόνο της όνειρό, ήταν να μην είναι πέτρα. Έχασε τα πάντα. Το χρώμα της, το σχήμα της. Τα όνειρά τις έγιναν θύμησες τελικά, αλλά δεν το κατάλαβε. Έμπαινε μπροστά σε ζώα και ανθρώπους για να την κουνήσουν, να την πετάξουν κάπου, όπου ήθελαν. Έτσι, για να μπορέσει να βρει τρόπο να αλλάξει. Δεν ξαναγύρισε πίσω στην θέση που έμενε τόσο καιρό. Ξέχασε την θέα που ‘χε ο ουρανός από το μέρος της. Τόσο την είχε λατρέψει. Κ’ όμως ούτε που την θυμόταν πια. Έφτασε κοντά στην θάλασσα το μόνο που θυμόταν ήταν το μίσος της. Την είχαν συνθλίψει, την είχα λαξεύσει, της είχαν χαρίσει ότι ποθούσε πλέον για να αλλάξει, αλλά ήταν ακόμα πέτρα. Έτσι έπεσε μέσα. Χάθηκε. Έγινε χώμα του βυθού...

Ανασαίνεις μέσα σε ένα ψέμα. Ακόμα το πιστεύω. Δεν ξέρω, δεν νομίζω να σε πείσω εύκολα. Ξέρω… θες να ξεφύγεις, προσπαθείς. Από τα λόγια σου το καταλαβαίνω.



«Σε είχα δει σε μια ζωγραφιά ξαφνικά έγινες νότες.

Σε είχα αφήσει κρυμμένο μέσα στο μυαλό μου, ξαφνικά έγινες λέξεις.

Ήσουν ξεχασμένη στο σκοτάδι και είπα να σε κάνω όνειρα.

Αυτά πέρασαν πια, τώρα σε ψάχνω κάθε μέρα που περνά για να σε κάνω στιγμή από το παρελθόν.»

2 σχόλια:

raslowbap είπε...

χώμα του βυθού... ίσως όμως εκεί έχει τα ψάρια συνροφιά... πολύ ωραίο το κείμενο. Σε βάζει να σκεφτείς αρκέτα θέματα. Βέβαια είναι καλό να ονειρεύευεσαι αρκεί να μην σου μείνει το μίσος στο τέλος μόνο,
Υ.Γ Βγήκε το ΝBA2K7 αρκετά καλό....

Χάρης είπε...

Γεια,
Δεν ξέρω πώς θα είναι εκει κάτω.Μόνο μπορώ να φανταστώ...χαχα!Να σου πώ την αλήθεια δεν ήθελα να φτάσω μέχρι εκεί...το μετά δλδ. Όπως και να χεί το ότι ονειρευόμαστε μπορεί να φέρει και την απογοήτευση. Απλά στην συγκεκριμένη περίπτωση το μίσος δεν ήταν απο τα όνειρα...Ισως ήταν απο το οτι δεν μπορούμε καμία φορά τον εαυτό μας και διάφορες καταστάσεις και θέλουμε να αλλάξουμε ή να αλλάξει κάτι. Ξεχνώντας πολλά πράγματα...Ξεχνώντας και τα ίδια τα όνειρά μας...τέσπα...